Από το Blogger.
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΧΩΣ: "Υπόγειο" (Αυλαία, 23-26/9), "Προσωπική συμφωνία" (Κολοσσαίον, 25/9-6/10), "Ρένα" (Αριστοτέλειον, 27/9-6/10), "Οθέλλος" (Αμαλία, 2-13/10), "Οι 12 ένορκοι" (Αθήναιον, 4-5/10)

ΣΚΗΝΟΒΑΣΙΕΣ -- Κριτική θεάτρου: Το ψωμί της Νινευί

Leave a Comment
(9-4-2017)

Γράφει ο Κορνήλιος Ρουσάκης

"Το ψωμί της Νινευί" των Αντώνη και Κωνσταντίνου Κούφαλη, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μυλωνά, στο Θέατρο Αμαλία (Θεσσαλονίκη)

"Όλες οι λύπες αντέχονται, αν μπουν μέσα σε μια ιστορία" γράφει η δανή συγγραφέας Κάρεν Μπλίξεν. Ο ανθρώπινος πόνος γίνεται πιο υποφερτός όταν τον μοιραστείς, όταν αναμετρηθείς μαζί του κι αφηγηθείς τις πτυχές του. Το έργο των Αντώνη και Κωνσταντίνου Κούφαλη παρακολουθεί την επίπονη προσπάθεια ένταξης δύο ιρακινών προσφύγων —της αστής Νουρ και του φούρναρη Σαμίρ— στη γερμανική κοινωνία. Εύστοχα οι δύο συγγραφείς επιλέγουν να μην ασχοληθούν με το εύφλεκτο συριακό προσφυγικό ζήτημα και να τοποθετήσουν τη δράση του έργου στη Γερμανία, με χαρακτήρες ιρακινούς. Η καίρια επιλογή αποφυγής του "εδώ και τώρα", η χρονική απόσταση των γεγονότων, ενδύει το κείμενο τους με μια ισχυρή δόση ψυχραιμίας και στέρεης ματιάς, αφαιρώντας την εν θερμώ —συχνά κι επιπόλαιη— δραματουργική αντιμετώπιση ρεαλιστικών συμβάντων.

Οι δύο χαρακτήρες του έργου, η μεγαλοαστή από τη Μοσούλη και ο διαχυτικός, απλοϊκός ιρακινός φούρναρης ακροβατούν ανάμεσα στο θυμικό και τη λογική, επιχειρώντας να εκθέσουν το παράλογο του πολέμουŠ· με λόγο αποσπασματικό, αναμετρώνται με τα φαντάσματα των δικών τους οδυνηρών οικογενειακών απωλειών. Οι δραματουργικές αρετές του κειμένου θα ήταν πιο εμφανείς αν υπήρχε πιο λεπτομερής διαγραφή των χαρακτήρων. Η ελλειπτική, αποσπασματική παράθεση των επεισοδίων της ζωής των δύο προσώπων δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια εμβάθυνσης στο προφίλ των δύο χαρακτήρων. Το κείμενο κινείται σε αρκετά σημεία στο πρώτο επιφανειακό επίπεδο μιας —δικαιολογημένης σε μεγάλο βαθμό κι αναπόφευκτης— κοινότυπης ενεργοποίησης και επίκλησης της συμπόνοιας του θεατή απέναντι στους πρωταγωνιστές της φρίκης του πολέμου.

Ο Δημήτρης Μυλωνάς εξισορροπεί τα σκαμπανεβάσματα του κειμένου ακολουθώντας μια σταθερή κλιμάκωση της έντασης και καταλήγοντας στον απόλυτο σκηνικό εκτροχιασμό λίγο πριν το φινάλε. Η εξωστρεφής ανοικονόμητη Ανατολή (όπως εκφράζεται κυρίαρχα από τον υπερκινητικό κι ευπροσάρμοστο Σαμίρ του Σταύρου Ζαλμά, που σαρώνει τον σκηνικό χώρο) αναταράζει τα "λιμνάζοντα" νερά μιας συμβατικής και τυποποιημένης "μακάριας" Δύσης. Ο Μυλωνάς —με αξιοπρόσεκτη σκηνοθετική ευστοχία— κίνησε τους ηθοποιούς του σ' αυτό το πολύπλευρο περιβάλλον των αντιθέσεων: στην ερμηνευτική εσωστρέφεια κι εξωστρέφεια, στην αποδοχή και στην άρνηση ένταξης στο νέο περιβάλλον, στη φρίκη από τις μνήμες της τραγωδίας και στο μακρόσυρτο χάχανο της ανεμελιάς, στη μαύρη μπύρα και το γερμανικό ποδόσφαιρο του παρόντος, στις εκτελέσεις και στον θάνατο του παρελθόντος. Πέρα από το βαρύ φορτίο της τραγωδίας που φέρουν οι δύο αυτοί άνθρωποι (ως απλοί εκπρόσωποι κι εκφραστές εκατομμυρίων άλλων δραμάτων) και τον πόνο που σταδιακά ξεδιπλώνεται και καταλαμβάνει τη σκηνή, αυτό που εντυπώνεται στη μνήμη είναι η προσπάθεια τους να ενταχθούν στον χώρο, κρατώντας αλώβητο το παρελθόν τους. Ο τακτοποιημένος, αποστειρωμένος, ασφυκτικός σκηνικός χώρος της αίθουσας συνεδριάσεων σταδιακά διαλύεται, αποσυντίθεται καθώς οι καρέκλες γκρεμίζονται, τα μικρόφωνα πέφτουν από τα τραπέζια και τα πρόσωπα επιχειρούν να βροντοφωνάξουν την παρουσία τους, να γαντζωθούν από τη ζωή, "υπερασπίζοντας" τις πληγές τους.

Η Νουρ της Λήδας Πρωτοψάλτη αποδίδεται μ' ένα εσωτερικό χαμηλότονο παίξιμο, μ' έναν σπαρακτικό βουβό πόνο που συγκλονίζει με τις εξάρσεις του —η σκηνή με το ποτισμένο με ιδρώτα ζακετάκι της σκοτωμένης εγγονής της είναι πραγματικό μάθημα υποκριτικής— ενώ ο Σαμίρ του Σταύρου Ζαλμά, βροντώδης, χαριτωμένος κι ελαφρά άξεστος κινείται στο δυναμικό πεδίο του εξωτερικού παιξίματος. Στο σημείο που συναντώνται οι δύο αντιθετικές ερμηνείες, εκεί όπου γεφυρώνονται οι αντιθέσεις τους, πραγματοποιείται το ενδιαφέρον υποκριτικό πικ της παράστασης. Η εγγύτητα των σωμάτων των δύο ηθοποιών στο φινάλε —έχοντας "ανάμεσα" τους τον συνεκτικό ιστό της αναφοράς του ποδοσφαίρου, ως ένα ανακουφιστικό και χρήσιμο μέσο επικοινωνίας ετερόκλητων μονάδων— αποτελεί ένα ισχυρό ταμπλό βιβάν της επιτυχημένης ερμηνευτικής σύμπλευσης των δύο ηθοποιών.



Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα

0 comments: